ακταίο

ακταίο
(actaeon). Μαλάκια της ομοταξίας των γαστεροπόδων, της οικογένειας των ακταιωνιδών. Το όστρακό τους έχει σχήμα ωοειδές με αυλάκια. Το α. εισέλκεται ολόκληρο στο όστρακό του. Τα είδη του είναι διαδεδομένα σε όλες τις θάλασσες, με σπουδαιότερο το α. το τορνευτό ή στρεπτό. Το όστρακό του, που μοιάζει με βαρέλι, έχει μήκος 2 εκ. Το χρώμα του είναι συνδυασμός ροζ, γκρίζου και κίτρινου. Ζει χωμένο στην άμμο και στη λάσπη, στα ρηχά νερά των ακτών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Rio (Achaia) — Stadtgemeinde Rio (1997–2010) Δήμος Ρίου (Ρίο) …   Deutsch Wikipedia

  • πορφυρίων — Όνομα 2 μυθολογικών προσώπων. 1. Γίγαντας, γιος της Γης και του Ουρανού. Για να τον εξοντώσει ο Δίας, τον έκανε να ερωτευτεί την Ήρα και, τη στιγμή που επιχειρούσε να τη βιάσει, τού εξαπόλυσε κεραυνό. Την ίδια στιγμή ο Ηρακλής τον σκότωνε με το… …   Dictionary of Greek

  • Γλαύκη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θαλάσσια θεότητα που συγχέεται με τον θεό των θαλασσών Γλαύκο, προσωποποίηση του χρώματος της θάλασσας. 2. Κόρη του βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα, που παντρεύτηκε τον Ιάσονα όταν απομάκρυνε τη Μήδεια. Για να… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”